Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

17. Το ασανσέρ

Ηταν ένα ασανσέρ, όχι πολύ μεγάλο, όχι πολύ μικρό. Ενα και μοναδικό για να εξυπηρετεί κάθε μέρα περίπου 200 ανθρώπους. Από τις 8 το πρωί έως τις 2 μετά τα μεσάνυχτα. Πολύ αργό. Πολύ ασφαλές. Πολύ αξιόπιστο. Ποτέ δεν πάθαινε βλάβη. Άτομα έξι. Αντεχε να κουβαλήσει συνολικά 450 κιλά. Πολύ συχνά, σχεδόν καθε μέρα, τύχαινε να κουβαλήσει ταυτόχρονα πολλούς παραπάνω, που ζυγίζανε πολλά κιλά παραπάνω. Είχε πολλούς χοντρούς αυτή η επίχειρηση. Μάστιγα η παχυσαρκία στον κλάδο. Οπως και το αλκοόλ. Και η κατάθλιψη. Και τα καρδιακά επεισόδια. Εσχάτως και ο καρκίνος. Πού και πού, λες κι ήταν συνεννοημένοι, οι χοντροί κατέφταναν όλοι μαζί και στριμώχνονταν μέσα στο ασανσέρ γελώντας και βρίζοντας ο ένας τον άλλον "δεν σου είπα, ρε μαλάκα, να ξεκινήσεις δίαιτα;". Το ασανσέρ έκανε στάσεις στον πρώτο όροφο, στον τρίτο και στον τέταρτο. Υπήρχαν σκάλες, για όποιον ήθελε να γυμναστεί, από το ισόγειο στον πρώτο όροφο, και από τον τρίτο στον τέταρτο. Κανείς δεν τις χρησιμοποιούσε. Το ασανσέρ μύριζε. Ανθρώπους. Χαρτί εφημερίδας. Αρώματα, ανδρικά και γυναικεία, απλυσιά, χλωρίνη, τσιγάρο, ιδρώτα, καφέ, τοστ ζαμπόν κασέρι, τηγανιτές πατάτες. Είχε κι έναν καθρέφτη, για να ρίχνουν μια τελευταία ματιά, στα πεταχτά, να διορθώσουν κάποιαν ατέλεια, οι όμορφες (κι οι όμορφοι) πριν πιάσουνε δουλειά. Συχνά κάποιοι πιάνανε την κουβέντα μπροστά, μέσα, έξω και γύρω από το ασανσέρ, κρατώντας την πόρτα του ανοιχτή. Δημιουργώντας έτσι ουρές συναδέλφων που ανέμεναν σε άλλους ορόφους το ασανσέρ. Οι οποίοι συχνά, ειδικά αν είχαν πια σχολάσει, δυσανασχετούσαν και πατούσαν ξανά και ξανά, με μίσος και μανία, το κουμπί, που είχαν ήδη πατήσει, λες και θα βοηθούσε σε κάτι αυτό. Καθημερινά με το ασανσέρ διακινούνταν η εσωτερική αλληλογραφία της επιχείρησης, έγγραφα, εφημερίδες, περιοδικά, δελτία τύπου, τα οποία κανείς δεν ενδιαφερόταν να μαζέψει από καταγής και ολημερίς ανεβοκατεβαίνανε από όροφο σε όροφο μέχρι να ποδοπατηθούν από ψηλοτάκουνες γόβες, αρβύλες, μπότες, σκαρπίνια, αθλητικά παπούτσια, σαγιονάρες και σανδάλια. Περιέργως, δεν είχε συνθήματα γραμμένα μέσα στο ασανσέρ. Μόνο λίγα αυτοκόλλητα και πού και πού ανακοινώσεις από το σωματείο, συνήθως κάποια αναγγελία απεργίας, ή από το Τεχνικό Τμήμα, συνήθως κάποια ενημέρωση για κάποιον καινούργιο ιό που κάποιος άσχετος έμπασε στο δίκτυο. Σπανίως κάποιος έγραφε κάτι εντός του ασανσέρ. Ισως γιατί σπανίως τύχαινε να ανεβοκατέβει κάποιος μόνος του. Είναι απορίας άξιον λοιπόν πώς βρέθηκε κάποιος που πάνω στην ανακοίνωση, με την οποία το σωματείο κατήγγειλε την εργοδοσία για την απόλυση του Μανώλη και των υπολοίπων, δίπλα στην λέξη "απολύσεις", είχε γράψει με μπλε στιλό "επιτέλους, καιρός ήταν". Κι ήταν εκεί γραμμένο όταν μπήκε πριν από πολλά χρόνια τελευταία φορά στο ασανσέρ ο Μανώλης φεύγοντας από την εταιρία. Τότε ακόμη ούτε χάπια έπαιρνε, ούτε με το είδωλό του στον καθρέφτη μιλούσε, ούτε έπαιζε συγκρουόμενα με τους περαστικούς έχοντας το μαντίλι στα μάτια και τις ωτοασπίδες στ' αυτιά, μόνο το κορίτσι, που του μιλούσε καμιά φορά μέσα στο κεφάλι του, του έλεγε να κάτσουν να τα γράψουν κάποια στιγμή όλα αυτά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου